«Αν μπει κλέφτης στο σπίτι μου, η Γιέκη θα τον αφοπλίσει· θα ορμήσει να του γλείψει το πρόσωπο», έλεγα σε όσους υποστήριζαν, τα πρώτα χρόνια της συμβίωσής μας, ότι, καθώς είχα σκυλί, θα έπρεπε πλέον να αισθάνομαι ασφάλεια. «Είναι τόσο χαζοχαρούμενη», έλεγα κοροϊδεύοντας την κοινωνικότατη κουταβίνα μου. Γρήγορα όμως μου έβαλε τα γυαλιά.
«Θύμα» της η φίλη μου η Αλίκη (η οποία δεν υπάρχει πια). Ήταν μια γυναίκα µε βαθιά συνείδηση της φιλοζωίας: µε έμαθε πως δεν σημαίνει τίποτα το να αγαπάς το δικό σου σκυλί εάν αγνοείς τα υπόλοιπα – δεσποζόµενα και αδέσποτα. Όσοι ζουν γύρω από το Μουσείο της Ακρόπολης τη γνώριζαν, και καταλαβαίνουν τι εννοώ. Τέλος πάντων, αυτή είναι μια άλλη ιστορία.
Όταν λοιπόν η κ. Γιέκη σώθηκε στο παραπέντε από πυοµήτρα και αγωνιούσα πώς θα την άφηνα χειρουργημένη μόνη στο σπίτι, η Αλίκη προσφέρθηκε να μείνει μαζί της μέχρι να γυρίσω από τη δουλειά. Της έδωσα τα κλειδιά µου κι έφυγα ήσυχη. Η φίλη µου αγαπούσε ιδιαίτερα την Κοκερίνα µου και, φυσικά, ήξερε πώς να φερθεί σε ένα σκυλί. Τηλεφώνησα αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας από το γραφείο και δεν απαντούσε κανείς στο σπίτι. Θεώρησα ότι η Αλίκη ήταν διακριτική και δεν θέλησε να σηκώσει το ξένο τηλέφωνο. Όταν πια επέστρεψα, αργά το βράδυ, τη βρήκα καθισμένη και ακίνητη στον καναπέ. Η Γιέκη, όρθια, της γρύλιζε κάθε φορά που προσπαθούσε να κινηθεί. Αυτό, όπως µου εξήγησε η Αλίκη, συνέβαινε από την ώρα που μπήκε στο σπίτι – ήταν η πρώτη φορά που άνοιγε µε τα κλειδιά κι ερχόταν ενώ δεν ήμουν εγώ εκεί. Προσπάθησε να πάει στην κουζίνα για ένα ποτήρι νερό· απαγορευόταν. Θέλησε να µε πάρει τηλέφωνο· η συσκευή ήταν στο άλλο δωμάτιο και η κ. Γιέκη δεν της το επέτρεψε ούτε αυτό. «Ευτυχώς, είχα μαζί μου ένα πακέτο κρακεράκια», μου είπε η φίλη μου γελώντας. Δεν μπορούσε λοιπόν να κάνει τίποτε άλλο παρά να μείνει ακίνητη τρώγοντας κρακεράκια και παρακολουθώντας τηλεόραση επί εννέα ώρες – για καλή της τύχης και το τηλεκοντρόλ ήταν εκεί δίπλα. Μόνο όταν μπήκα στο σπίτι, η Πατατούλα (το παρατσούκλι της) χαλάρωσε την πολιορκία της και ήρθε να με προϋπαντήσει, χαρούμενη που είχε πιάσει τον… κλέφτη. Στη συνέχεια, έτρεξε προς την Αλίκη και της έγλειψε το χέρι, σαν να της έλεγε: «Συγγνώμη, αλλά καταλαβαίνεις… το καθήκον».
Λίγες μέρες μετά, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τη Ρένα, δευτερανιψιά μου. Ήταν σπίτι µου εγκλωβισμένη. Τι είχε συμβεί; Ο ανιψιός µου ο Νώντας -που τον γνώριζε καλά η Γιέκη και είχε τα κλειδιά µου- είχε μαζέψει μια παρέα στο σπίτι µου για να περάσουν το απόγευµά τους. Έφυγαν όλοι (και ο Νώντας), αφήνοντας τη Ρένα να φύγει τελευταία. Αµ δε! Δεν της το επέτρεπε η Πάτυ (όπως τη φώναζαν εκ του «Πατατούλα» οι φίλοι), μένοντας όρθια και γρυλίζοντας μπροστά από την εξώπορτα.
Από τότε, όσες φορές χρειάστηκε να καταφύγω στη λύση του dog sitting, φρόντιζα να παραδίδω η ίδια, πάντα υπό το άγρυπνο βλέμμα της Γιέκης, τη σκυτάλη. Δεν τη λοιδόρησα ξανά ποτέ, μα ποτέ. Α! Και όσο υπήρχε εκείνη, δεν ξαναδιπλοκλείδωσα την πόρτα, σε πείσμα των συµβουλών που είχα διαβάσει σε εγχειρίδια και Ίντερνετ: «Θέλετε σκύλο φύλακα; Μην προτιμήσετε Κόκερ! ».
διαφήμιση
Περισσότερη Γιέκη…
Οι τέλειες δικαιολογίες μιας… Σκρουτζ
καταρχήν πολύ καλό το άρθρο.
το κακό ήταν τα σχόλια χαχαχαχααχα
καταρχήν δεν είναι λίγο ρατσιστικό να λέει κάποιος πως τρομοκρατήθηκε επειδή του χτύπησε το κουδούνι μια τσιγγάνα…?
επίσης, το να λες “δυστυχώς” επειδή τα σκυλιά που έχεις ή γνωρίζεις από φίλους σου είναι φιλικά και δεν είναι “φύλακες” είναι λάθος.
τα σκυλιά, παρά το αντίθετο από όσα λέμε και πιστεύουμε, δεν είναι γεννημένα για να μας φυλάνε!
αν θες ασφάλεια στο σπίτι σου, βάλε συναγερμό.
φιλικά πάντα και χωρίς διάθεση να παρεξηγηθώ. απλώς με ξένισαν αυτά που διάβασα λιγάκι.
Έχω ένα σκυλί, κόπρο, 14 ετών πια. Την έχω από 20 μερών περίπου. Πάντα, μα πάντα, έλεγα το ίδιο πράγμα. Πως αν κάποιος κλέφτης μπει στο σπίτι, η Λάρα (το σκυλί μου) θα του δείξει απλά που βρίσκονται και τα υπόλοιπα πράγματα αξίας . Μόλις έχω γεννήσει, πριν περίπου 5 χρόνια. Έχω έρθει σπίτι, είμαι μόνη με το γιο μου βρέφος, και τη Λάρα. Χτυπάει το κουδούνι μου μία τσιγγάνα. Τη βλέπω από το ματάκι. Έχω κατατρομοκρατηθεί (καταλαβαίνετε) και της λέω το αμίμητο: Δε μπορώ να σου ανοίξω, έχω σκυλί. Τότε η Λάρα, θαρρείς και ήταν ο άρτια εκπαιδευμένος φύλακας, αρχίζει να γαβγίζει (ενώ δε γαβγίζει σχεδόν ποτέ), να ουρλιάζει θα έλεγα, και η κυρία έγινε μπουχός! Εντυπωσιάστηκα. Θεωρώ πως ίσως μύρισε το φόβο μου. Από τότε βέβαια, συνεχίζει να είναι το ίδιο αρνί που είχα πάντα…αλλά αυτό μου έχει μείνει.
Όντως απίστευτη ιστορία αλλά δυστυχώς προσωπικα εχω αλλα βιωματα – κι όχι μονο απο το δικό μου σκυλο. Το καθε ζωο εχει δικο του χαρακτηρα ασχετως ρατσας και κανεις δεν μπορει να πει με ακριβεια τι θα κανει ασχετα με τα λεγομενα χαρακτηριστικα… Ξερω πιτ μπουλ που είναι φυλακας βεβαια αλλα γενικα ειναι κουταβι και ενω δεν ειναι δικο μου ζωο ουτε την ξερω απο μωρο με ακουει σαν αφεντικο οταν λειπουν τα δικα της και χρειαστηκε εξ αναγκης να τη φροντισω. Αλλα με ακουει μόνο αν έχει γινει το αντιθετο απο αυτο που περιγραφεις.. δλδ αν φυγουν απο το σπιτι και μπω εγω μετα με τα κλειδια γιατι οσο ειναι σπιτι και ετσι και φυγουν ασχετα με το τι θα της πουν αυτη θα τους περιμενει παντα και δεν το κουναει! Και εχω κι αλλο ενα τετοιο παραδειγμα με μια λυκαινα βελγικη…
Οσο για τον δικο μου… ειναι πληρως αποδεδειγμενο οτι θα πνιξει τον κλεφτη στις αγκαλιες και τα φιλια απλα εγω δε φοβαμαι γιατι το να πηδηξει ο Σωτος 30 κιλα πανω σε καποιον ειναι απο μονο του τρομερο αν δεν ξερεις απο ζωα για να καταλαβεις οτι αυτο ειναι χαρες και γλυκες! 🙂 οπως και να χει ειναι απιστευτα τα ζωντανα και δινουν φοβερο χρωμα στη ζωη μας!!!